Τ' άστρα
δεν έχουν δάκρυα
για τις ρυτίδες μου.

Πέμπτη 8 Απριλίου 2010

Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη...

   Το παραμύθι που θα διηγηθούμε σήμερα έγινε τα παλιά εκείνα χρόνια, όπου οι άνθρωποι δεν ήτανε πολιτισμένοι και, φυσικά, όπως όλα τα παραμύθια, ουδεμίαν σχέση με την πραγματικότητα έχει.
   Tότε λοιπόν ζούσε ένας καλός και νέος βασιλιάς, που είχε διαδεχθεί έναν κακό και νέο βασιλιά(ας πούμε καλύτερα πρωθυπουργό για να καταλαβαινόμαστε), ο οποίος κακός βασιλιάς είχε κάνει τα μύρια όσα και οι υπήκοοι τον πήραν με τις πέτρες.
    Ξαφνικά όμως, και ενώ ο καινούργιος, καλός και νέος βασιλιάς προσπάθαγε να βάλει μία τάξη, oι κακοί Ινδιάνοι, με τους οποίους όλοι ζούσανε αρμονικά μέχρι τότε, άρχισαν άγριο πόλεμο. (Υπενθυμίζω εδώ πως πάντοτε οι Ινδιάνοι ήταν απολίτιστοι και κακοί, και σκοτώναν τους καουμπόηδες, που ήταν πολιτισμένοι και καλοί, και τους γδέρναν το κεφάλι από πάνω και τους αφήναν καραφλούς, μέχρις να έρθει το ιππικό, και πού σε πονεί και πού σε σφάζει τότες βρωμοϊνδιάνοι).

    Ξεσηκώθηκαν λοιπόν οι Ινδιάνοι και πολιορκούσαν το βασίλειο από παντού, χαλασμός Κυρίου, και χρησιμοποιούσαν λέει, όχι μόνο βέλη, ακόντια και τσεκούρια, αλλά και κάτι νέα όπλα, τα λεγόμενα spreads.

    Ο καινούργιος, καλός και νέος βασιλιάς, έκανε ότι μπορούσε για να αποκρούσει τις άθλιες επιθέσεις.
Συμμάχησε στο εσωτερικό με το κόμμα, ας πούμε, του παλιού, κακού βασιλιά, συμμάχησε με κάποιον άλλον πολεμοχαρή και έμπειρο στις πολεμικές επιχειρήσεις, τον υποστράτηγο, να τον πούμε έτσι, Καραγαμωτηνατυχίαμας, ζήτησε βοήθεια από διπλανά, μεγαλύτερα και πιο δυνατά βασίλεια, αλλά δυστυχώς, η βασίλισσα των Οστρογότθων Άνχελ(Αγγέλα), πάτησε πόδι και δεν ήθελε να βοηθήσει, γιατί ήταν κρυφά ερωτευμένη με τον βασιλιά μας κι αυτός μήτε να την φτύσει.

    Εν τω μεταξύ οι Ινδιάνοι είχαν πια αποθρασυνθεί εντελώς, και πετάγαν κάτι spreads μεγαλύτερα κι απ’ τις κοτρώνες, που έριχνε ο Πολύφημος στο πατριωτάκι μας τον Οδυσσέα.

    Τότε, μέσα στην απελπισία του, ο έμπειρος Καραγαμωτηνατυχίαμας, πρότεινε στο νέο βασιλιά το εξής πανούργο σχέδιο:
   «Να μη ζητήσουμε», λέει, «βοήθεια και στρατό από την Άνχελ αλλά ένα όπλο να το έχουμε πάνω στο τραπέζι, να τα κάνουνε πάνω τους οι Ινδιάνοι απ’ το φόβο, αλλιώς θα τους πούμε πως θα καλέσουμε το ιππικό για να μας σώσει».
   Το πανούργο σχέδιο, με την επιστασία του εξίσου πανούργου Καραγαμωτηνατυχίαμας, δούλεψε στην εντέλεια, εκτός μιας ασήμαντης και άνευ σημασίας λεπτομέρειας:
   Η Αγγέλα(Άνχελ) συγκεκριμένα και οι άλλοι φίλοι του καλού και νέου βασιλιά, αντί να κιτρινίσουν απ’ το φόβο τους, ν’ αρχίσουνε να τρέμουν και να τον παρακαλάνε να μη φέρει το ιππικό, το φώναξαν οι ίδιοι να βάλει τάξη στο βασίλειό του, στο οποίο παρεπιπτόντως όλοι τα αρπάζανε, και ύστερα του είπανε να τους φωνάξει, μόλις οι Ινδιάνοι είναι έτοιμοι να του πάρουνε το σκαλπ, για να τον σώσουνε μαζί με το ιππικό.

   Έτσι ο καινούργιος, καλός και νέος βασιλιάς, έμεινε με το όπλο ανά χείρας, τον Καραγαμωτηνατυχίαμας στην καμπούρα του, το νέο υποψήφιο βασιλιά, που διαδέχτηκε τον παλιό, κακό βασιλιά, να γελάει κάτω απ’ τα μουστάκια του, και όλο τον κόσμο να τον σκυλοβρίζει.
   Και όλοι πια φοβούνταν, μ’ αυτό το όπλο στο τραπέζι, μη και γίνει κάνα ατύχημα, μην κάνει κάνα απονενοημένο διάβημα ο καινούργιος, καλός και νέος βασιλιάς, ή ο «Καθιστός Βούβαλος», σα να λέμε σήμερα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, που τα είχε πάρει στο κρανίο και απειλούσε με αυτό θεούς και δαίμονες, και προπάντων τους υπηκόους του καλού και νέου βασιλιά, και τους φοβέριζε πως θα τους ξεσπιτώσει, θα τους πάρει την μπουκιά από το στόμα, θα τους απολύσει που λέμε σήμερα, και μαύρο φίδι που τους έφαγε έτσι και δεν υπακούσουν στις εντολές του βασιλιά τους.

   Εν τω μεταξύ στο βασίλειο του καλού και νέου βασιλιά γινόταν ένα μπάχαλο πια.

   Οι τραπεζίτες της εποχής εκείνης κρύψαν το σακούλι με τα χρήματα και δεν το φανερώναν σε κανέναν, σου δίναν ένα και σου παίρναν πέντε, σου χρέωναν και την καλημέρα που τους έλεγες, κι αντί να δώσουν κάνα φόρο παίρναν από πάνω κιόλας, οι μάγοι ζητάγανε μια περιουσία να σου κάνουν ένα ξεμάτιασμα, οι προμηθευτές των φυλαχτών τα πουλάγανε στον βασιλιά 10 και 20 φορές πιο ακριβά, και οι παπάδες στύλωσαν τα πόδια που τους ζήτησε να δώσουν κάτι ψίχουλα.
   Όσο για τους έρμους υπηκόους αυτοί είχαν παρλατήσει πια και σβήναν τον πόνο τους στα καπηλιά και στα ξενυχτάδικα, έρεψαν από την αϋπνία να φυλάνε το μικρό, έστω, κομπόδεμά τους, γιατί ο καινούργιος, καλός και νέος βασιλιάς, είχε παραφρονήσει από τη στεναχώρια του, και είχε διαμηνύσει στον «Καθιστό Βούβαλο», που παρά το όνομά του ήταν αφάνταστα σβέλτος και ευέλικτος, και στους άλλους ευγενείς της Αυλής, πως δεν θα ησύχαζε αν δεν τους τα σούφρωνε όλα.

   Αλλά μη νομίσετε πως και η βασίλισσα των Οστρογότθων Αγγέλα(Άνχελ) είχε καλύτερη τύχη, γιατί στο μεταξύ αυτή είχε πάρει την ρομφαία της κάθαρσης που λέμε σήμερα, και ειρωνεύονταν τον καλό και νέο βασιλιά, που δεν έλεγε με τίποτα να υποκύψει στον έρωτά της.
   Τότε ακριβώς λοιπόν μαθεύτηκε ότι η Daimler, όπως λίγο πιο νωρίς η Siemens, ο Xristoforakos κ.α. (παλιά, Οστρογοτθικά ονόματα), είχε λέει δωροδοκήσει όλο τον γνωστό εκείνα τα χρόνια κόσμο, και έτσι η Αγγέλα(Άνχελ)-τι Αγγέλα δηλαδή, Αρχαγγέλα-, έγινε ρεζίλι των σκυλιών, έμεινε με την ρομφαία ανά χείρας και αυτή και δεν ήξερε πού να την βάλει, και είχε και τον «Καθιστό Βούβαλο» από πάνω να την περιγελάει.
   Έτσι το μόνο κέρδος από όλη αυτή την ανακατωσούρα ήταν πως λύθηκε επιτέλους το θεόπνευστο ερώτημα, που δεν άφηνε τον κόσμο της εποχής εκείνης να φάει:
   «Τι γένους είναι οι Άγγελοι;».
   Και μπορεί για τους Αγγέλους να μην ήμαστε απόλυτα σίγουροι, αλλά για τους Αρχαγγέλους έχουμε πια την απάντηση, πως μερικοί από αυτούς είναι γένους θηλυκού.(Δεν παίρνω βέβαια και όρκο, τι λέτε και εσείς;).

Και έτσι(μακάρι να) ζήσανε αυτοί καλά λοιπόν..
κι εμείς (δεν ξέρουμε αν θα ζήσουμε) καλύτερα!

   Υ.Γ. Το παραμύθι, χαμένο μέσα στην καταχνιά των αιώνων, δεν μας διευκρινίζει τι απέγινε εκείνο το μικρό βασίλειο, ούτε πια ήταν η εξέλιξη του πολέμου με τους κακούς τους Ινδιάνους.
   Όσο για την τύχη του καινούργιου, καλού και νέου βασιλιά, οι γνώμες διϊστανται.
   Άλλοι λένε πως τρέχει ακόμα παραλοϊσμένος στα βουνά, και άλλοι, χαιρέκακοι, πως τον πήραν με τις μαγκούρες οι υπήκοοι, πράγμα βέβαια τελείως ανάρμοστο για την ανατροφή τους, αν πράγματι συνέβη κάτι τέτοιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου